Σύνδεση

Μάριος Επαμεινώνδας,
Όμιλος Ιστορικού Διαλόγου και Έρευνας (ΟΙΔΕ)
Κύπρος

«…ξεκίνησαν ν’ αναζητούν αυτή την πόλη·

δεν την βρήκαν ποτέ, αλλά βρήκαν ο ένας τον άλλον»

Italo Calvino, Οι αόρατες πόλεις [1]

Η πόλη της Λευκωσίας είναι δημιουργημένη και φυλακισμένη στις ηγεμονικές απόψεις της ιστορίας της. Το αποικιακό παρελθόν του νησιού και οι αντικρουόμενοι εθνικισμοί συγκροτούν το πολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου σχηματίστηκε και μετασχηματίστηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα. Αυτές οι ηγεμονικές απόψεις συνιστούν επιστημολογικά πλαίσια, τα οποία ενσωματώνουν τύπους παρατήρησης, ερμηνείας και ανάμνησης και οι οποίες ανακαλούνται συνειδητά ή ασυνείδητα στο δημόσιο λόγο σχετικά με την πόλη. Μερικές από τις βασικές τους αρχές είναι:

  • Οι κοινότητες είναι αιώνιες, αμετάβλητες οντότητες.

· Οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των κοινοτήτων κα τα στοιχεία ασυνέχειας με τους θεωρούμενους προγόνους είναι ατυχείς εξαιρέσεις.

  • Η φωνή της κοινότητας είναι η φωνή της κυρίαρχης, εντός της, ομάδας.

· Κάθε κοινότητα (και/ή οι θεωρούμενοι πρόγονοί της) έχει τη δική της πολιτιστική παραγωγή και κληρονομιά.

· Η κληρονομιά κάθε κοινότητας μπορεί να «ανήκει» σε διαφορετικό βαθμό στην πόλη.

· Η καλλιτεχνική υλική παραγωγή έχει μια ιδανική μορφή. Ο υβριδισμός θεωρείται ανωμαλία.

· Στοιχεία που έρχονται σε αντίθεση με αυτές τις αρχές μπορεί να γίνουν αόρατα.

Αυτές οι ηγεμονικές οπτικές για τη Λευκωσία, παρόλο που βασίζονται στην ιστορική έρευνα για την πόλη, δεν αποτελούνται μόνο από τα πορίσματα της ιστορικής έρευνας. Συντηρούνται από στοιχεία που θα μπορούσαν να είναι αντίδραση στη σύγκρουση, την απώλεια και τη διαίρεση: φόβος, πόνος, ντροπή, περηφάνια και αδιαφορία. Επιβάλλουν εικόνες, μνήμες, συναισθήματα. Φωτίζουν συγκεκριμένες ιστορίες, ωραίες όψεις, αμαρτίες και αποκρύπτουν άλλες. Ως συνέπεια, επιτρέπουν μόνο συγκεκριμένα στοιχεία της πόλης να είναι ορατά και να θεωρούνται σημαντικά. Με αυτόν τον τρόπο και δεδομένου ότι η υλική παραγωγή σχετίζεται πάντα με την ανθρώπινη δραστηριότητα, θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν την αξιοπρέπεια των σημερινών και ιστορικών κοινοτήτων της Λευκωσίας. Επιπλέον, περνούν το λανθάνον μήνυμα ότι η σημερινή προφανής πολυπολιτισμικότητα της πόλης αποτελεί μια ανωμαλία ενός απολύτως σαφούς παρελθόντος.

Το έργο του Ομίλου Ιστορικού Διαλόγου και Έρευνας (ΟΙΔΕ) [2] αμφισβητεί τα θεμέλια των παραδοσιακών ηγεμονικών απόψεων για την Λευκωσία και προτείνει νέους τρόπους για να κατανοήσουμε την πόλη, βασισμένοι σε μια πολυπρισματική προσέγγιση. Αποκαλύπτοντας τα όρια και τα κίνητρα των παραδοσιακών ηγεμονικών απόψεων, η προσέγγιση του ΟΙΔΕ τις ιστορικοποιεί και τις μετασχηματίζει σε αντιλήψεις, των οποίων η εγκυρότητα μπορεί να ελεγχθεί. Προτείνοντας νέες οπτικές, οι οποίες ήταν αόρατες μέχρι τώρα, και επιτρέποντας την άρθρωση των φωνών που έχουν σιγήσει, μπορεί να διεκδικήσει εκ νέου την αξιοπρέπεια των ανθρώπων ή των κοινοτήτων που σχετίζονται με αυτές. Επιπλέον, παρέχοντας εργαλεία για τη διαχείριση των πολλαπλών οπτικών μέσα από ορθολογικά επιχειρήματα, επιτρέπει να πραγματοποιηθεί ένας ανοιχτός, δημοκρατικός διάλογος –πράξη που μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο συνεκτική κατανόηση της πόλης.

Ένα μεγάλο επίτευγμα του ΟΙΔΕ είναι η ίδρυση του Σπιτιού της Συνεργασίας (H4C), [3] ένα πολυλειτουργικό, εκπαιδευτικό, ερευνητικό και πολιτιστικό κέντρο στην ελεγχόμενη, από τα Ηνωμένα Έθνη, νεκρή ζώνη της Λευκωσίας. Το Σπίτι της Συνεργασίας άρχισε την επίσημη λειτουργία του στις 6 Μαΐου 2011, ως ο πρώτος κοινός χώρος για τους Κύπριους απ’ όλο το νησί, προκειμένου να συμμετέχουν στην ιστορική έρευνα και να προωθούν την κατανόηση, το διάλογο και την οικοδόμηση της ειρήνης. Το Σπίτι της Συνεργασίας διαθέτει χώρους εργασίας για Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, συνεδριακό και εκθεσιακό χώρο, αίθουσα συσκέψεων, βιβλιοθήκη και καφετέρια. Στόχος του είναι να καταρρίψει την κοινή αντίληψη της ουδέτερης ζώνης, συμβάλλοντας στον μετασχηματισμό της από μια νεκρή ζώνη σε μια ζώνη συνεργασίας.

Ενάντια σ’ αυτό το υπόβαθρο, η πόλη έχει αναμορφωθεί, ώστε ένας περίπατος σε αυτήν να μετατρέπεται σε μια εκπαιδευτική δράση, η οποία μπορεί να ανα-δημιουργήσει την Λευκωσία των πολλών διασυνδεδεμένων ιστοριών και κοινοτήτων. [4] Το παράδειγμα της Λευκωσίας προφανώς συνδέεται με τις σύγχρονες συνθήκες που αντιμετωπίζουν όλες οι πόλεις της Ευρώπης, όπου οι παραδοσιακές αντιλήψεις για την αστική κληρονομιά και η αμφισβήτηση σχετικά με τον χώρο, την ταυτότητα και την εκπροσώπηση εγείρουν ερωτήματα σχετικά με τα όρια του «ζούμε μαζί» και του «συνανοίκειν». Λαμβάνοντας την πρωτοβουλία για μια ανοιχτή, ενημερωμένη και κριτική προσέγγιση του παρελθόντος μας, μπορούμε να αποκαταστήσουμε τις ιδέες της διαφορετικότητας, της υβριδικότητας και των πολλαπλών ταυτοτήτων. Κατά συνέπεια, μπορούμε να διευρύνουμε τις δυνατότητες για μια αξιοπρεπή συνύπαρξη όλων στις πόλεις μας. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι πολίτες μπορούν να γίνουν πιο δυνατοί παράγοντες, ικανοί, ταυτόχρονα, να μαθαίνουν και να παράγουν ιστορία.

 

[1] Ι. Καλβίνο, Οι αόρατες πόλεις, μτφρ. Α. Χρυσοστομίδης, Καστανιώτης, Αθήνα 2009.

[2] Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το έργο του ΟΙΔΕ βλ. http://www.ahdr.info